Ἀρδέα

Ἀρδέα
Ἀρδέᾱ , Ἄρδεα
fem nom/voc/acc dual

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ἀρδέᾳ — Ἀρδέᾱͅ , Ἄρδεα fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἄρδεα — fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αρδέα — Βλ. λ. ερωδιός …   Dictionary of Greek

  • ἄρδεα — ἄρδις point of an arrow acc sg (ionic) ἄρδις point of an arrow fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀρδέας — Ἀρδέᾱς , Ἄρδεα fem acc pl Ἀρδέᾱς , Ἄρδεα fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἄρδεαν — Ἄρδεα fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ερωδιίδες — (herodiedes). Οικογένεια πελαργομόρφων ή κοκκινομόρφων πτηνών, γνωστών και με την ονομασία αρδεΐδες. Στην οικογένεια αυτή ανήκουν πουλιά μεγάλου μεγέθους που, όταν πετούν, τεντώνουν προς τα πίσω τα πόδια τους και προτείνουν το ράμφος τους. Οι ε.… …   Dictionary of Greek

  • Aridea — Stadtgemeinde Aridea (1946–2010) Δήμος Αριδαίας (Αριδαία) …   Deutsch Wikipedia

  • АРДЕЯ —    • Ardĕa,          Άρδέα,        1. древняя столица рутулов, с 442 г. до Р. X. ставшая римской колонией, а в самнитские войны опустошенная; здесь будто бы жил Турн и был погребен Эней. Город лежал на горе в нездоровой местности, в 18 римских… …   Реальный словарь классических древностей

  • Κάμιλλος, Μάρκος Φούριος — (Marcus Furius Camillus, ; – 365 π.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός και πολιτικός. Διετέλεσε τρεις φορές αναπληρωτής ύπατος (interrex), έξι φορές χιλίαρχος με εξουσίες υπάτου και τρεις φορές δικτάτορας. Κατά τη διάρκεια της πλούσιας δημόσιας δράσης του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”